Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Το 9ο Σύνταγμα Πεζικού στον πόλεμο του 1940

Γράφτηκε από την  ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Online
Τη δική του ιστορία στον πόλεμο του ’40 έγραψε το 9ο Σύνταγμα Πεζικού που έδρευε στην Καλαμάτα ως Κέντρο Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων. Με την κήρυξη του πολέμου την 28η Οκτωβρίου έγινε Κέντρο Επιστράτευσης η οποία ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγες ημέρες. Διοικητής του Συντάγματος ήταν ο συνταγματάρχης Βενετσάνος Κετσέας.

Τη συμμετοχή του 9ου Συντάγματος στις πολεμικές επιχειρήσεις έχει καταγράψει ο Χρήστος Π. Κοσσιώρης σε βιβλίο που αναφέρεται στην ιστορία του από το 1885 έως το 2005. Με την ευκαιρία της σημερινής επετείου, έχει ενδιαφέρον να πληροφορηθούν οι νεότεροι τα όσα αφορούν τη συμμετοχή του Συντάγματος στον πόλεμο και πώς επέστρεψε στην Καλαμάτα συντεταγμένο μετά από 216 ημέρες.

Γράφει μεταξύ των άλλων ο κ. Κοσσιώρης:
 «Την 8-9 Νοεμβρίου 1940 το Σύνταγμα επεβιβάσθη εις διαδοχικούς συρμούς από τον Σιδηροδρομικόν Σταθμόν Καλαμάτας με προορισμόν το Κέντρον "Ρουφ" των Αθηνών. Εις όλους τους ενδιαμέσους σταθμούς του Μεσσηνιακού κάμπου, παρά την συνεχώς πίπτουσαν βροχήν, πλήθη λαού, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, είχαν πλημμυρίσει, με την ελπίδα να αποχαιρετίσουν κάποιον δικόν τους, ή γνωστόν τους.
Ολοι με ένα μαντήλι σε κάθε τους χέρι και με δακρυσμένα μάτια, αλλά και με ενθουσιασμόν, χωρίς να ακουσθή κανένας γογγυσμός, καμιά διαμαρτυρία και χωρίς να εκδηλωθή καμία λιποψυχία, ούτε από μέρους των Επιστράτων, ούτε από μέρους των οικείων των, αποχαιρετούσαν τα τρένα που περνούσαν, με την ευχή «στο καλό και με την νίκη».
Αφήνοντας τον Μεσσηνιακό κάμπο, στο μυαλό των Επιστράτων στριφογύριζε η σκέψις, άραγε θα ξαναδούν αυτόν τον υπέροχο, όπως φαίνεται από ψηλά, κάμπο; Αλλά στα πρόσωπα όλων διεκρίνετο η σκληρή εκείνη αποφασιστικότης, που είναι κληρονομιά από τους αρχαίους προγόνους μας. Να τιμωρήσουν τον εισβολέα.
Από τον Σταθμό του Ρουφ το Σύνταγμα επεβιβάσθη εις Σιδηροδρόμους του Ελληνικού Κράτους, (ΣΕΚ), και έφθασεν εις Φάρσαλα. Από εκεί επεβιβάσθη εις τον τοπικόν σιδηρόδρομον και με διαδοχικούς συρμούς αφίχθη την 23ην Νοεμβρίου 1940 εις την περιοχήν Καλαμπάκας, ένθα το Σύνταγμα έστησεν τον πρώτον καταυλισμόν του εις την θέσιν "Κουτσουφλιάνη", καθώς και ολόκληρον το συγκρότημα της IV Μεραρχίας, εις την οποίαν ανήκεν το 9ον Σ.Π. Εκεί το Σύνταγμα παρέμεινεν οκτώ περίπου ημέρας και είχε συνεχώς επιθέσεις Ιταλικών αεροπλάνων.
Από την Καλαμπάκα, (Κουτσούφλιανη), το Σύνταγμα εκινήθη μέσω Μετσόβου-Γέφυρας Μπαλτουμάς και ήχθη την 8ην Δεκεμβρίου 1940 εις την θέσιν Χάνι Γεωργουδάκη. Η πορεία επραγματοποιείτο, υπό συνεχή βροχήν και χιονόπτωσιν, μόνον κατά την νύκτα, με μικράς στάσεις. Τετρακόσια (400) ολόκληρα χιλιόμετρα, από την Καλαμπάκα ώς το Τεπελένι, μέσα σε 12 ήμερες, κάτω από βροχή, χιόνι, λάσπες και κρύο που τρυπούσε το κόκκαλο. Ομως ουδείς παρεπονείτο για τίποτε. Η τροφή λιγοστή και πρόχειρη, χωρίς να ακουστή ο παραμικρός γογγυσμός ή δυσαρέσκεια. Μία γενική σύμπνοια αγάπης και αλληλεγγύης ήτο διάχυτη εις όλους.
Την 3ην Δεκεμβρίου 1940 το Σύνταγμα πέρασε τα σύνορα της Αλβανίας και από 8 έως 31 Δεκεμβρίου αντικατέστησεν τα Τμήματα της III Μεραρχίας εις την πρώτην γραμμήν. Το Σύνταγμα ανέλαβεν αμέσως επιθετικάς επιχειρήσεις προς Αργυρόκαστρον και Μάλι Σπατ.
Το 9ον Σ.Π. διά συνεχών επιθέσεων κατά ισχυρώς οργανωμένων τοποθεσιών των Ιταλών και υπό δυσμενεστάτας καιρικάς συνθήκας, αι οποίαι απετέλουν τον δυσκολότερον εχθρόν, διότι αι απώλειαι των Μονάδων δεν προήρχοντο από τα πυρά των Ιταλών, αλλά από τα κρυοπαγήματα τα όποια υπέστησαν οι άνδρες, κατώρθωσεν να επιτύχη όλους τους αντικειμενικούς σκοπούς που του ανετέθησαν και το νέον έτος ευρίσκει το Σύνταγμα εις τα στενά της Κλεισούρας και το Τεπελένι.
Την 3-10 Ιανουαρίου 1941 το Σύνταγμα αντικατασταθέν εις τας θέσεις του υπό Μονάδων της VIII Μεραρχίας, (15ου Σ.Π.), συνεκεντρώθη εις την περιοχήν Βανιτσεγράπτσι, εις την κοιλάδα του Αργυροκάστρου, ένθα προέβη εις την ανασυγκρότησίν του. Εκεί το Σύνταγμα παρέμεινεν μέχρι την 11ην Μαρτίου 1941 εκπαιδευόμενον και προετοιμαζόμενον πάλιν διά τας επιχειρήσεις. Μέχρις εκείνης της χρονικής στιγμής, ενώ αι απώλειαί του, εκ των πολύ σκληρών μαχών τας οποίας είχε δώσει, ήσαν ελάχιστοι, αι απώλειαί του εκ των κρυοπαγημάτων ήσαν τεράστιοι. Υπολογίζεται ότι το ποσοστόν των απωλειών εκ των κρυοπαγημάτων ανήρχετο από 30% έως 70% της δυνάμεως των Μονάδων.
Την 16ην Μαρτίου μέχρι την 12ην Απριλίου 1941, εγκατεστάθη αμυντικώς εις τον τομέα Κλεισούρας (Τρεμπεσίνας).
Κατά την διάρκειαν των αμυντικών επιχειρήσεων, το Σύνταγμα δεν έπαυσεν να εκτελή συνεχείς επιθετικάς ενεργείας και να βελτιώνη τας θέσεις του εις την οροσειράν της Τρεμπεσίνας μέχρι της περιοχής του υψώματος των Τριών Αυγών-Χάνι Μπούμπεσι.
Ηδη όμως από της 6ης Απριλίου 1941, αι Γερμανικαί Δυνάμεις, (Στρατιά Φον Λιστ), επετέθη κατά της γραμμής των οχυρών Μεταξά εις τα σύνορα με την Βουλγαρίαν.
Είναι γνωστά τα γεγονότα της ηρωικής αντιστάσεως και του αγώνος των οχυρών. Το μέτωπον όμως εις την Αλβανίαν παραμένει αμετακίνητον και την 19ην Απριλίου ο Διοικητής του Συντάγματος Συνταγματάρχης Κετσέας, εξέδωκε Διαταγήν προς τους υφισταμένους του, θέλων να προλάβη διάλυσιν των Μονάδων του εκ των δυσμενών πληροφοριών, αι οποίαι εκυκλοφόρουν μεταξύ των οπλιτών των Μονάδων διά το μέτωπον εις Μακεδονίαν.
Την 20ήν Απριλίου 1941 περί την 8ην εσπερινήν εγένετο γνωστόν ότι υπεγράφη ανακωχή. Ολοι επίστευον ότι ο Στρατός, ο οποίος κατετρόπωσεν τους Ιταλούς και Αλβανούς εις την Αλβανίαν, δεν θα ηχμαλωτίζετο υπό των Ιταλών. Ολοι εθεώρουν ως την αισχροτέραν καταισχύνην των να πέσουν αιχμάλωτοι εις χείρας των Ιταλών.
Την 22αν Απριλίου 1941 το Σύνταγμα απέκρουσεν επίθεσιν των Ιταλών και διεφύλαξεν από την ατίμωσιν ολόκληρον το Β' Σώμα Στρατού, το οποίον εκινδύνευσεν να αιχμαλωτισθή.
Το 9ον Σ.Π. διετήρησεν μόνον του συνεχή επαφήν με τον εχθρόν και δεν απώλεσεν ούδ' επί στιγμήν την συνοχήν και την αγωνιστικότητά του. Επεβράδυνεν την Ιταλικήν προέλασιν με ηρωικήν προσπάθειαν των Μονάδων του και δεν επέτρεψεν αιχμαλωσίαν Ελληνικών Μονάδων. Την 23ην Απριλίου 1941 ο Διοικητής του Συντάγματος Συνταγματάρχης Κετσέας εξέδωκεν Διαταγήν, διά της οποίας καθώριζεν την τάξιν των Μονάδων του, κατά την αποχώρησιν εκ του Μετώπου.
Κατά την πορείαν του Συντάγματος προς Βίσανην έλαβον χώραν διάφορα επεισόδια με τους Ιταλούς, εις τους οποίους το Σύνταγμα δεν εδέχθη επ' ούδενί να παραδώση εις αυτούς τον οπλισμόν του και είναι η μοναδική ίσως Μονάδα, η οποία διατήρησεν την συνοχήν της και οι Αξιωματικοί παρέμειναν με τους οπλίτας των μέχρι το τέλος.
Πορευόμενον το Σύνταγμα προς Ιωάννινα, ειδοποιήθη, ότι βάσει νέου πρωτοκόλλου ανακωχής, έπρεπεν να έχη περάση το 20όν χιλιόμετρον της οδού Καλπάκι-Ιωάννινα μέχρις της 5ης πρωινής της 24ης Απριλίου, άλλως θα εκρατούντο οι άνδρες αιχμάλωτοι των Ιταλών. Ούτω οι άνδρες του Συντάγματος, πάντοτε εν τάξει, επέτυχον να περάσουν, διά συντόνου πορείας, παρά την κούρασιν, το όριον του 20ού χιλιομέτρου και εσυνέχισαν την πορείαν των προς Ιωάννινα.
Την 25ην Απριλίου 1941, το Σύνταγμα έφθασεν συγκεκροτημένον εις Ιωάννινα, όπου παρέδωσεν τον οπλισμόν του εις τους Γερμανούς, αφού προηγουμένως είχεν καταστρέψει την σημαίαν και τα αρχεία του, τα οποία εκράτη επί τέσσαρας ολόκληρους ημέρας μετά την ανακωχήν. Και ενώ τα πάντα είχον διαλυθή, οι Αξιωματικοί του 9ου Συντάγματος έμειναν πλησίον των ανδρών των και εσυνέχισαν την άχαρον πορείαν της επιστροφής προς Ναύπακτον - Μεσολόγγιον.
Την 9ην Μαΐου το Σύνταγμα διεπεραιώθη εις Πελοπόννησον και επιβιβασθέν αμαξοστοιχιών εις Πάτρας, αφίχθη την 11ην Μαΐου 1941 εις Καλαμάτα. Κατά την άφιξιν του Συντάγματος εις την Καλαμάτα, παρά την Γερμανικήν κατοχήν, εγένετο παλλαϊκή υποδοχή, υποδοχή ηρώων και το Σύνταγμα κατηυθύνθη εις το Στρατόπεδον "Παπαφλέσσα" όπου ο Διοικητής του Συνταγματάρχης Κετσέας μετά ολιγόλογον χαιρετισμόν και την απότισιν φόρου τιμής εις τους νεκρούς, έδωσεν το παράγγελμα: "Τους ζυγούς λύσατε" εκεί από όπου είχον εκκινήσει προ 216 ήμερων».